- Ἀστείους
- Ἄστειοςmasc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀστείους — ἀστεί̱ους , ἀστεῖος of the town masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αγέλαστος — Επώνυμο δύο αξιωματούχων του Βυζαντίου. 1. Γεώργιος (14ος αι.). Ένας από τους πέντε επιτρόπους (δεπουτάτους) της Χίου, που το 1346 αντιστάθηκαν γενναία στην επίθεση των Γενουατών. Τελικά όμως αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν και να παραδώσουν το… … Dictionary of Greek
Πάουλι, Ιωάννης — (Pauli, 1455 – 1536). Γερμανός συγγραφέας. Ήταν Εβραίος στην καταγωγή, αλλά βαφτίστηκε και έγινε χριστιανός μοναχός. Επιβλήθηκε γρήγορα ως συγγραφέας για τη συλλογή του με αστείους μύθους υπό τον τίτλο Αστεία και σοβαρά (1519). Επιμελήθηκε επίσης … Dictionary of Greek